Robert Pashley (4 September 1805 – 29 May 1859) was a 19th-century English traveller and economist.
Pashley was born in York and studied at Trinity College, Cambridge. Distinguished in mathematics and Classics, in 1830 he was elected a Fellow of Trinity at his first sitting. In 1832 he took his MA degree, and as a travelling Fellow undertook a journey in Italy Greece, Asia Minor and Crete, of which he published his two-volume Travels in Crete.[2] His work is considered a classic of writing on the Ottoman Empire, with his detailed observations on local geography, customs and social issues.
Pashley was one of the foremost researchers of Cretan culture in the first half of the nineteenth century. Pashley was the first one to work out the location of the ancient buried city of Cydonia, relying only on ancient literature, without the aid of archaeological recovery. In his travel to Crete in 1830 he observed that Greek was the common language of this island that was then part of the Ottoman Empire, even though a substantial part of the population was then Muslim.
Crete is the largest and most populous of the Greek islands, the fifth-largest island in the Mediterranean Sea,
.The capital and the largest city of Crete is Heraklion. It forms a significant part of the economy and cultural heritage of Greece while retaining its own local cultural traits (such as its own poetry, and music).
Crete was once the center of the Minoan civilization (c. 2700–1420 BC), which is currently regarded as the earliest recorded civilization in Europe.
Η κρητική διάλεκτος είναι μία διάλεκτος της νέας ελληνικής που ομιλείται στην Κρήτη.
Κατά τον ύστερο μεσαίωνα η διάλεκτος του νησιού εξελίχθηκε σε λόγια γλώσσα, και εκφράστηκε μέσα από την ποίηση του Κορνάρου του Χορτάτση και άλλων, το κρητικό θέατρο και τα λαϊκά τετράστιχα -μαντινάδες- των οποίων η θεματολογία μπορεί να είναι από σκωπτική έως φιλοσοφική. Σήμερα η κρητική διάλεκτος δεν κινδυνεύει με εξαφάνιση, όπως συχνά συμβαίνει σε μειονοτικές διαλέκτους που δεν διδάσκονται, καθώς κυρίως στο νότο, αποτελεί την μόνη προφορική γλώσσα και συνεχίζει και να εξελίσσεται. Η κρητική διάλεκτος ομιλείται εκτός από την Κρήτη, στο χωριό Χαμιντιέ της Συρίας και στα παράλια της Μικράς Ασίας όπου εγκαταστάθηκαν μουσουλμάνοι Κρητικοί το 1923.
…Άπλωσα τα χέρια με τις παλάμες προς τα κάτω, λίγο πάνω από το έδαφος. «Πατέρα Ποσειδώνα, πατέρα του αλόγου, άρχοντα των ταύρων, είμαι στα χέρια σου και θα υπακούσω το κάλεσμά σου. Το συμφωνήσαμε. Όμως δώσε μου πρώτα ένα πράγμα. Κάνε με ταυροκαθάπτη!»
…Από τη στιγμή που θα τσακώσεις τον ταύρο σου, υπάρχουν δυο τρόποι να εξασκηθείς μαζί του. Δένεις την αλυσίδα του σ’ ένα παλούκι και μαθαίνεις ν’ αποφεύγεις τα κέρατά του με χάρη. Ή τον δένεις γερά, έτσι που δεν μπορεί να τρέξει, αλλά μόνο να κουνά το κεφάλι. Έτσι μαθαίνεις πάνω του το άλμα. Δεν σου δίνεται και πολύς χρόνος για όλ’ αυτά, γιατί και στην περίπτωση που θα τον μισοημέρευες ακόμα, το θέαμα θα ήταν μάλλον φτωχό. Πάντως κανένας νόμος δεν επιβάλλει να τον κάνεις εχθρό σου. Πριν χορέψουμε μαζί του, πάντα του προσφέραμε πρασινάδα ή λίγο αλάτι. Τελικά ποτέ δεν έπαψε να μας κοιτά λοξά, γιατί μας θεωρούσε υπεύθυνους για την αιχμαλωσία του….
(Απόσπασμα από το ιστορικό μυθιστόρημα της Μαίρης Ρενώ: «Ο Βασιλιάς πρέπει να πεθάνει»).Αγώνες με τους ταύρους και ταυραθλήματα αναφέρονται από τον Πλάτωνα για την Ατλαντίδα. Την Μινωική Κρήτη όμως, την λάμπρυναν τα Ταυροκαθάψια.
Το παιγνίδι με τον ταύρο ήταν για τους Μινωίτες περισσότερο χορός παρά βάρβαρο έθιμο, όπως κατάντησε σήμερα στις αρένες της Ισπανίας.
Α.Ιστορικές Πληροφορίες - Ειδική Περιγραφή
[ Οι επίλεκτοι Κρήτες Τοξότες των προχριστιανικών αιώνων, εμφανίζονται συχνά να συνοδεύουν μονάδες Λακεδαιμονίων και αργότερα του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου. Μία πρώτη περιγραφή τους δίδεται από τον Ξενοφώντα (Κύρου Ανάβασις v,2.28–2.32) που περιγράφει τις μικρές ορειχάλκινες κυκλικές τους ασπίδες και τα ισχυρά παλίντοντα τόξα.
Ο εικονιζόμενος τοξότης του Λόχου των Κρητών του Αλεξάνδρου ανταποκρίνεται στην Ελληνιστικής περιόδου επιτύμβιο στήλη των τοξοτών Πυρρία και Υπερβάλλωνος, από το Κακοδίκι των Λευκών Ορέων (M. Cuarducci: ΙNSCRIPTIONESCRETICAEII, vi. 7), όπου μεταξύ των άλλων απεικονίζονται ο γνωστός έως και την εποχή μας ιδιόμορφος κρητικός μαύρος μάλλινος κεφαλόδεσμος, ο δερμάτινος κλειστός γωρυτός (φαρέτρα), τα βέλη με την κλασσική μεγάλη χαλύβδινη κρητική αιχμή και το μικρό σχετικά δερμάτινο σακίδιο, που πιθανότατα περιέχει διάφορα εξαρτήματα τοξοβολίας, όπως χορδές (οι τένοντες είναι ευαίσθητοι σε αντίξοες καιρικές συνθήκες), αιχμές και τμήματα τόξου, όπως τα άκρα.
Η μικρή ασπίδα φέρει ως έμβλημα τον αστρίτη, ένα μικρό αλλά εξαιρετικά δηλητηριώδες είδος έχιδνας, το αγαπημένο σύμβολο τοξοτών και σφενδονητών εκείνης της περιόδου, ενώ το κυανωπό χρώμα του χιτώνα (τα χρώματα της στήλης έχουν χαθεί) ανταποκρίνεται στο χρώμα αναλόγου χιτώνα από την μετώπη του τάφου των Λευκαδίων Ημαθίας.
Ο μαύρος κεφαλόδεσμος αναφέρεται από τον Πορφύριο στην δεύτερη φάση της μύησης Πυθαγόρα στους Κουρήτες της Κρήτης και μάλλον αποτελεί διακριτικό τους χαρακτηριστικό, όπου περιγράφει ότι ο φιλόσοφος με μαύρο μάλλινο στέφανο (ο κεφαλόδεσμος) παραμένει επί μία νύχτα ξαπλωμένος με το πρόσωπο στην γη στην παραλία και κατόπιν οδηγείται στο Ιδαίον Άντρο, όπου μετά από τρία ένατα (27 ημέρες), καταλήγει στην τρίτη φάση, την φάση του θρονισμού, με τον θρόνο να εμφανίζεται αρχικά καλυμμένος.
Ο περίεργος κεφαλόδεσμος που περιγράφεται στο κείμενο επιβιώνει και στην εποχή μας στην Κρήτη, αποτελώντας αναπόσπαστο στοιχείο της τοπικής παραδοσιακής ενδυμασίας και η αναπαράστασή του στην νεκρική στήλη δύο τοξοτών του τέλους IV προχριστιανικού αιώνα (δηλαδή πέντε αιώνες πριν τον Πορφύριο), είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τον σύγχρονο (Διόδωρος: Ιστορική Βιβλιοθήκη VI.77, Τ.3, Loeb, Πορφύριος Βίος Πυθαγόρου, 17 Fragmenta, B.G, Teubner, P. SaintYve:
TALISMANS ET RELIQUES TOMBES DY CIEL, Revue des Etudes Ethnographiques et Sociologiques, Paris, 1909, σελίς 1 & Ε.Β Tylor: EARLY HISTORY OF MEN, London, 1911, σελίς 206).
Ο Πλάτωνας στους Νόμους (452,c,9) αναφέρει «ήρχοντο των γυμνασίων πρώτοι μεν Κρήτες” θέλοντας πιθανά να δηλώσει με τη φράση αυτή τη μεγάλη παράδοση που είχαν οι Κρήτες στα διάφορα αγωνίσματα.
Ο μινωικός είναι ο πρώτος πολιτισμός στο Αιγαίο που παρέχει αρκετές εικονογραφικές πληροφορίες για την αθλητική δραστηριότητα στην εποχή του Χαλκού (2η χιλ.π.Χ). Πρόκειται για ανάγλυφες αναπαραστάσεις σε λίθινα αγγεία, για τοιχογραφίες και για εγχάρακτες σκηνές σε σφραγιδόλιθους.
Ωστόσο και οι γραπτές πηγές απηχούν τη γνώση των Μινωικών αθλημάτων στα μετέπειτα Ιστορικά Χρόνια. Χαρακτηριστικά ο Πλάτων στην Πολιτεία αναφέρεται στην αγελαία ανατροφή των νέων και τα γυμνάσια στην Κρήτη με τη φράση “πρώτοι Κρήτες εγυμνώθησαν” στους αθλητικούς αγώνες. Το συγκεκριμένο γεγονός αποτελεί πρωτοπορία στον αθλητισμό και στον πολιτισμό, αφού το να ντρέπεται κανείς να αγωνισθεί γυμνός είναι κατά το συγγραφέα δείγμα βαρβαρότητας.
Οι κάτοικοι της Κρήτης τη 2η χιλ. π.Χ εμφανίζονται στα διάφορα αθλήματα συνήθως, να φορούν το χαρακτηριστικό περίζωμα, το οποίο, σε κάποια αγωνίσματα, φορούσαν φαίνεται και γυναίκες. Σε δημοσίευμά του, ο Χ. Μπουλώτης αναφέρει, ότι η ολική γυμνότητα είναι σποραδική σε σχέση με το μινωικό ζώμα των ανδρών (αιδιοθύλακας) και την κωδωνόσχημη φούστα των γυναικών, η οποία συνδυάζεται με εφαρμοστό περικόρμιο που αφήνει γυμνό το στήθος. Οι παραπάνω τρόποι ένδυσης παραπέμπουν, καθεμιά με τον τρόπο της, στα πρωτογενή χαρακτηριστικά των δύο φύλων, που νοηματοδοτούσαν θρησκευτικές δοξασίες, τελετουργικές και λατρευτικές δράσεις.
Τα κυριότερα αθλήματα στην Κρήτη της εποχής του Χαλκού ήταν η πυγμαχία, η πάλη, τα ταυροκαθάψια και τα ακροβατικά. Η απόδοσή τους στην τέχνη με δαχτυλιδωτή μέση, σφιχτά ζωσμένη, τους καλοσχηματισμένους μηρούς και το αναπτυγμένο στήθος δηλώνει γυμνασμένη κορμοστασιά, ευλυγισία και ζωηρότητα στην αθλητική τους εμφάνιση. Οι άνδρες εικονίζονται με ηλιοκαμένο δέρμα, ενώ οι γυναίκες με δέρμα λευκό. Ο Evans, αναφερόμενος στα αθλήματα, τα συνδέει με τη θρησκεία και τη Μεγάλη Θεά, υπό την προστασία της οποίας ετελούντο.
Πομπές - Θεάματα - Μουσική
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως πολλές παραστάσεις τελετουργικού χαρακτήρα που παριστούν πομπές ανδρών και γυναικών, στους κύκλους του Μινωικού και Μυκηναϊκού πολιτισμού. Αυτές περιλαμβάνουν συχνά άνδρες και γυναίκες που παρακολουθούν ως θεατές τα εκάστοτε τελετουργικά δρώμενα και δείχνουν τη σημασία του θεάματος στο πλαίσιο των συγκεκριμένων πολιτισμών.
Ορισμένα από τα ευρήματα του Κρητομυκηναϊκού πολιτισμού δεικνύουν ότι είναι τα αθλητικά γυμνάσματα συσχετισμένα με τη θρησκεία τη 2η χιλιετία π.Χ. Το θέαμα ήταν ένα ουσιώδες αθλητικό γνώρισμα εκείνης της εποχής, μέσα στο πνεύμα της θρησκευτικότητας και των πολεμικών λόγων, ειδικά προς το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. (…)
Χορός
Ο αθλητικός και ψυχαγωγικός χαρακτήρας θρησκευτικών εκδηλώσεων, που λάμβαναν χώρα στο πλαίσιο ειδικών καθιερωμένων τελετουργιών στη Μινωική Κρήτη, ασφαλώς δε μπορεί να αμφισβητηθεί. Έτσι, κατά την επικρατούσα άποψη, τα διάφορα αθλήματα τελούνταν στο πλαίσιο επίσημων θρησκευτικών εκδηλώσεων, στις οποίες πιθανότατα περιλαμβάνονταν και οι σπουδαιότερες από τις ταφικές τελετουργίες. Η έναρξη και η ολοκλήρωση των εορτών, περιλάμβαναν στο τελετουργικό τους χορούς και θεατρικά δρώμενα με επιλεγμένα θέματα. Όπως προαναφέραμε, δείγματα μουσικών οργάνων έχουν ευρεθεί σε ανασκαφές και απεικονίζονται στην τέχνη (…)
Παρ’ όλο που ο Τάλως είναι πρόσωπο της κρητικής μυθολογίας είχε έναν συνονόματο Αθηναίο μυθικό ήρωα. Πρόκειται για μεταγενέστερο αττικό μύθο όπου ο αθηναίος γιος της πέρδικας ήταν ανιψιός του πολυτεχνίτη Δαίδαλου.
Τάλως και Δαίδαλος ο συσχετισμός των δύο αυτών προσώπων ξεκινά από μία πράξη πολύ άσχημη. Ο Τάλως φαίνεται πως ήταν ένας από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής αφού σε αυτόν αποδίδεται το κτίσιμο των ναών της Αθηνάς και του Ποσειδώνα. Ο ναός της Αθηνάς κτίστηκε στον βράχο της Ακρόπολης και εκεί μάλλον μπήκε για πρώτη φορά τον ξύλινο άγαλμα της προστάτιδας θεάς. Φαίνεται πως θα πρέπει να ήταν πάρα πολύ όμορφος και πιθανολογείται πως αυτή η μεγάλη επιτυχία είναι που παρακίνησε την ζηλοφθονία του Δαίδαλου προς τον Τάλω και τον γκρέμισε «κατά λάθος» από την Ακρόπολη με αποτέλεσμα τον θάνατο του μεγάλου αρχιτέκτονα.
Η ιστορία (η η μυθολογία?)αναφέρει πως ο Άρειος Πάγος που ανέλαβε την υπόθεση της εκδίκασης του θανάτου του Τάλω καταδίκασε τον Δαίδαλο αφού και σαφώς δεν δέχτηκε την δικαιολογία της «κατά λάθους» ρίψης του αρχιτέκτονα από τον βράχο της Ακρόπολης.