Φωτογραφίες του αγάλματος της Ελευθερίας στα Χανιά το οποίο υπήρχε από το 1930 δίπλα στους τάφους των Βενιζέλων.
Το άγαλμα απεικόνιζε την θεά Αθηνά ήταν αφιερωμένο στην επέτειο 100 χρόνων από την απελευθέρωση της πατρίδας μας από τον τουρκικό ζυγό και ήταν ύψους 17 μ., τοποθετημένο σε κλιμακωτό βάθρο, κατασκευασμένο από κόκκινη μαρμαρόπετρα της Μάνης.
Στην κορυφή του κατέληγε σε σχήμα οβίδας που σκάζει κι η ελευθερία έβγαινε μέσα από τη φωτιά. Η θεά Αθηνά φορούσε αρχαϊκή περικεφαλαία και κρατούσε ασπίδα στο αριστερό χέρι και δόρυ στο δεξί. Το γλυπτό ήταν έργο του Θ.Θωμόπουλου και επιβίωσε (ακόμα και βομβαρδισμών), από το 1937 μέχρι το 1970 που το άγαλμα απομακρύνθηκε. Ήταν στραμμένο προς τα δυτικά της πόλης των Χανίων και η ιδέα πίσω από το τεράστιο μέγεθός του, ήταν για να είναι ορατό από τα πλοία που προσέγγιζαν στο λιμάνι των Χανίων. Γύρω στο 1970 η παρουσία του προφανώς κάποιους ενοχλούσε και με πρόσχημα το “χτύπημα από κεραυνό” το γκρέμισαν και τα κομμάτια του υπάρχουν ακόμα στην είσοδο αριστερά του κήπου. Οι αρχιτέκτονες που ανέλαβαν στη δεκαετία του '60 την ανάπλαση και τον "εξωραϊσμό" του χώρου στο Ακρωτήρι, και για το λόγο αυτό αποφασίστηκε η απομάκρυνσή του.
Η μετακίνησή του υπήρξε τόσο καλά σχεδιασμένη που το άγαλμα στην ουσία ανατινάχθηκε !

ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ ΧΑΝΙΩΝ
Η σύλληψη της ιδέας της κατασκευής αυτού του μνημειώδους έργου, του Αγάλματος της Ελευθερίας που οι περισσότεροι από εμάς θυμούνται να δεσπόζει στον λόφο του Προφήτη Ηλία, ατενίζοντας με τα γαλάζια μάτια του την πόλη των Χανίων που απλώνεται ακριβώς από κάτω, φαίνεται ότι γεννήθηκε στη δεκαετία του 1920. Σύμφωνα με δημοσίευμα του 1938[1], η ιδέα αυτή αποκαλύπτεται και περιγράφεται στην πρώτη έκκληση προς τους Ομογενείς και τον Κρητικό Λαό, που πρωτοδημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 1927[2] και είχε ως εξής:
“Την 9 Φεβρουαρίου συμπληρούται τριακονταετία από της ημέρας εκείνης, κατά την οποίαν ηνωμένα τα πυρά της συνησπιμένης Ευρώπης και Τουρκίας εστράφησαν κατά των ολίγων επαναστατών του Ακρωτηρίου, οι οποίοι επί των ιερών τούτων βράχων εμάχοντο υπέρ της ελευθερίας της πατρίδος των. Είναι η πρώτη τότε φορά που η δύναμις της ύλης ετέθη τόσον προκλητικώς αντιμέτωπος προς την δύναμιν της ιδέας.
Και η ιδέα ενίκησε. Και από την εκρηγνυομένην οβίδα που κατέρριπτε την σημαίαν μας εις τον Προφήτ’ Ηλίαν, την αναστηλωθείσαν αμέσως υπό των επαναστατών, εξεπήδησε πάνοπλος η Ελευθερία μέσα από τις φλόγες που είχαν ζωσμένην την πατρίδα μας. Και ήτο τόσον ιταμή τότε η πρόκλησις της βίας, ώστε εξώργισε την Ελευθερίαν, η οποία δια τούτο απεφάσισε πάση θυσία να εκδικηθή. Με μάτια θαμπωμένα από την οργήν της χωρίς να βλέπη θυσίας και θύματα, σπά της Κρήτης τα βαρειά σίδερα. Και αναπαυθείσα ολίγον εις τ’ αγαπητό νησί της περιήγαγε μετά ταύτα νικηφόρον την ρομφαίαν της όπου ήσαν σκλαβωμένοι λαοί και έθραυσε και τούτων τα δεσμά. Και όλα τα μετά ταύτα κοσμοϊστορικά γεγονότα αρχήν έχουν τον άδικον του Ακρωτητηρίου βομβαρδισμόν που προεκάλεσε της Ελευθερίας την οργήν. ΄Εκτοτε ο εις μετά τον άλλον ελευθερούνται οι λαοί της γής και καταρρίπτονται το έν μετά το άλλο τα φρούρια του δεσποτισμού.
Τιμή διά τούτο εις την πατρίδα μας, διότι από αυτήν το πρώτον εξωρμήθη η Ελευθερία των λαών. Και η τιμή αυτή πρέπει τώρα να συμβολισθή διά παραστάσεως, η οποία να στηθή επί της θέσεως εκείνης, από την οποίαν το πρώτον εξεπήδησεν η αγαπημένη μας θεά. Ανετέθη ως εκ τούτου η τεχνούργησις της παραστάσεως ταύτης εις επιφανή μύστην του καλού και του ωραίου. Αλλ’ η κατασκευή του μνημείου απαιτεί δαπάνην, η οποία πρέπει να καταβληθή δι’ εράνων από εκείνους που έχουν την τιμήν να καυχώνται, ότι αυτοί έδωκαν το σύνθημα της απελευθερώσεως των λαών. Και πρέπει εξ άλλου το μνημείον τούτο να συμβολίζη τους κοινούς αγώνας του ελληνισμού δια την εθνικήν αυτού αποκατάστασιν και να είναι αντάξιον της ιστορίας του και του προορισμού του.
Κάμνομεν δια τούτο έκκλησιν εις τα πατριωτικά αισθήματα του κρητικού λαού, όπως συνεισφέρη τον οβολόν του διά την διαιώνισιν ενός κοσμοϊστορικού γεγονότος, το οποίον έλαβε χώραν εις την πατρίδα του. Και ζητούμεν επίσης από τους λοιπούς αδελφούς μας, όπως ενώσουν και αυτοί τον οβολόν των με τον ιδικόν μας, διά να ενωθούν οι κοινοί πόθοι μας εις το μνημείον τούτο, το οποίον θα συμβολίζη την λατρείαν μας προς την Ελευθερίαν, την οποίαν μετά μακρούς και χαλεπούς αγώνας απεκτήσαμεν και την οποίαν δια τούτο πρέπει να σεβώμεθα και να περιθάλπωμεν, διά να είναι δυνατόν να την διατηρήσωμεν.
΄Εχομεν την πεποίθησιν, ότι η έκκλησίς μας αύτη θέλει ακουσθή ευμενώς από τους αγαπώντας την ελευθερίαν και την πατρίδα των και διά τούτο θαρρούντως προβαίνομεν εις το έργον μας απεκδεχόμενοι ευγνωμόνως και τον οβολόν της χήρας και του πλουσίου το τάλαντον.