Κρητη (μυθολογία)
Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Κρήτη είναι γνωστή η «επώνυμη ηρωίδα» της νήσου Κρήτης (δηλαδή το πρόσωπο που έδωσε το όνομά του στο νησί). Η Κρήτη ήταν είτε κόρη μιας από τις Εσπερίδες, είτε η ίδια Εσπερίδα, είτε κόρη του Αστερίου και σύζυγος του Μίνωα. Αναφέρεται ως μητέρα της Πασιφάης, την οποία είχε γεννήσει από τον θεό Ήλιο, και ως μητέρα του Κάρα, τον οποίο είχε γεννήσει από τον θεό Δία. Τέλος, η Κρήτη αναφέρεται και ως θυγατέρα του Δευκαλίωνα ή ενός από τους Κουρήτες. Απεικονίζεται στο «Αγγείο του Τάλω».
Κρήτη
O Επιμενίδης (7ος - 6ος αι. π.Χ.) ήταν ο πιο φημισμένος σοφός της αρχαίας Κρήτης. Ο βίος του έγινε θρύλος πολύ νωρίς, ώστε να μην είναι πλέον εφικτό να ξεχωρίσουμε σήμερα τα ιστορικά από τα μυθολογικά στοιχεία.
Ιεροτελεστής και μάντης, θαυματουργός και ποιητής, ιατρός και πολιτικός, ήταν φίλος του Απόλλωνος και των Μουσών. Ακόμη και στην εξωτερική του εμφάνιση (κατά τον Διογένη Λαέρτιο) έμοιαζε με Κούρο της αρχαϊκής τέχνης με όμορφα μακριά μαλλιά, ενώ οι θαυμαστές του τον αποκαλούσαν Κουρήτη. Έλεγαν, δε, ότι η μητέρα του ήταν η νύμφη Βάλτη, μια παραλλαγή της κρητικής Αρτέμιδος. Από τα θαύματα του Επιμενίδειου βίου, τα πιο πολυθρύλητα ήταν δύο.
Το πρώτο ήταν η εγκοίμησή του στο Ιδαίον άνδρο. Σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, κάποτε ο πατέρας του Επιμενίδη τον έστειλε να ψάξει κάποιο πρόβατο στα χωράφια, ο Επιμενίδης μπερδεύτηκε και μπήκε σε ένα σπήλαιο όπου κοιμήθηκε για 57 χρόνια, εξ ου και η παροιμιώδης φράση "Επιμενίδειος ύπνος". Όταν ξύπνησε, επέστρεψε στο κτήμα αλλά βρήκε τα πάντα τόσο αλλαγμένα, που δεν αναγνώριζε τίποτα. Ο νεώτερος αδελφός του, γέροντας πια, του αποκάλυψε ότι είχαν περάσει 57 χρόνια. Σύμφωνα με τον Μάξιμο τον Τύριο σε εκείνο τον πολύχρονο ύπνο του ο Επιμενίδης συνάντησε διάφορους θεούς, ανάμεσά τους τη θεά Αλήθεια και τη θεά Δίκη.
Εκτός από την παραπάνω εγκοίμηση του στο σπήλαιο του αποδίδονταν και άλλες υπερφυσικές ιδιότητες που υποδηλώνουν κάτοχο μυστικής γνώσης, όπως η αποχή του από κάθε τροφή, η περιπλάνηση της ψυχής του έξω από το σώμα κ.λπ. Ο Διογένης Λαέρτιος λέει ότι κανείς δεν είδε ποτέ τον Επιμενίδη να τρώει. Τη μακροβιότητα του την όφειλε στα μυστικά των βοτάνων της Κρητικής γης. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν μια σύνθεση βοτάνων με την ονομασία «άλιμον» (χωρίς πείνα), την οποία ο Επιμενίδης φύλαγε σε ένα πέλμα βοδιού και έπαιρνε από αυτήν λίγη κάθε μέρα, για αυτό δεν αισθανόταν πείνα.
Το δεύτερο πιο γνωστό περιστατικό της ζωής του είναι ο εξαγνισμός της Αθήνας από το Κυλώνειον άγος. Δηλαδή από τον φόνο των οπαδών του Κύλωνα -παρόλο που είχαν προσπέσει ικέτες στην Αθηνά- από τους Αλκμαιωνίδες και τους οπαδούς τους.
Το έγκλημα αυτό των ικετών προκάλεσε τη φρίκη και τη γενική κατακραυγή των Ελλήνων, οι Αλκμαιωνίδες θεωρήθηκαν "εναγείς" και καταδικάστηκαν σε εξορία, αλλά το άγος εξακολουθούσε να υφίσταται. Λοιμός έπληξε την Αθήνα, και οι πολίτες έλεγαν ότι φαντάσματα εμφανίστηκαν στην πόλη. Το Μαντείο των Δελφών υπέδειξε τον Επιμενίδη να κάνει τον δύσκολο καθαρμό της πόλης. Το ιερό πλοίο της Αθήνας στάλθηκε στην Κρήτη να τον φέρει. Εκείνος δέχθηκε να κάνει τον καθαρμό και ήλθε στην Αθήνα. Μάλιστα κατά την διαμονή του έγινε φίλος του Σόλωνος και συνέβαλε στην επεξεργασία των νόμων του. Έκανε μεταρρυθμίσεις στις τελετές της θυσίας και της κηδείας καθώς και όλες τις απαραίτητες τελετές εξαγνισμού και το άγος εξέλιπε.
Οι Αθηναίοι ήθελαν να ευχαριστήσουν και του προσέφεραν χρήματα και μεγάλες τιμές, αλλά αυτός προτού φύγει, αρκέστηκε μόνο σε ένα κλαδί απ’ την ιερή ελιά της Αθήνας.
Σύμφωνα με την παράδοση πέθανε στην πατρίδα του Κρήτη σε ηλικία 157 ετών, από τα οποία τα 57 κοιμήθηκε στο σπήλαιο, όπως λέγει ο Φλέγων, εις το «Περί μακροβίων» βιβλίο του ενώ στην Κρητική παράδοση έζησε 299 έτη.

Ο Δαίδαλος αποτελεί την προσωποποίηση της εξέλιξης της τέχνης στα αρχαιότατα χρόνια. Πρώτος αρχιτέκτονας, γλύπτης, άριστος τεχνίτης και εφευρέτης, επινόησε πολλά γνωστά εργαλεία, όπως το πριόνι, το τσεκούρι, το νήμα της στάθμης, το τρυπάνι, τον κεραμικό τροχό, αλλά και τους ιστούς και τις κεραίες των πλοίων. Κατά το μύθο, ο Δαίδαλος ήταν γιος του Ευπάλαμου ή Παλαμάονα (που δείχνει τον άνθρωπο που έχει επιτήδεια παλάμη, το δεξιοτέχνη) και της Αλκίππης ή Φρασιμήδης, που ανήκε στο γένος των Ερεχθειδών. Ήταν ξακουστός στην εποχή του για τα θαυμαστά έργα του, απαράμιλλης αρχιτεκτονικής τέχνης, και τα περίφημα γλυπτά του, που προκαλούσαν το θαυμασμό για τη μοναδική ομορφιά τους. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι πολλά απ' αυτά έμοιαζαν με ζωντανά και διηγούνταν μάλιστα ότι κάποια νύχτα ο ημίθεοςΗρακλήςστην Κόρινθο, αποκεφάλισε ένα από τα αγάλματα του Δαίδαλου, νομίζοντας ότι έχει να κάνει με πραγματικό εχθρό. Στο εργαστήρι του Δαίδαλου μαθήτεψαν πολλοί γνωστοί καλλιτέχνες, γλύπτες, ζωγράφοι και τεχνίτες. Μεταξύ άλλων και ο νεαρόςΤάλως, γιος της αδερφής του Δαίδαλου Πέρδικας (είναι διαφορετικός από τονγίγαντα Τάλω, τον φύλακα της Κρήτης).

Ο ΦΥΛΑΚΑΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΣΕ ΝΟΜΙΣΜΑ
Ο νεαρός εξελισσόταν σε εξαιρετικό τεχνίτη και γλύπτη, ενώ είχε ήδη εφεύρει τον τόρνο και το διαβήτη. Κατ' άλλους μάλιστα, και το πριόνι ήταν δική του εφεύρεση και όχι του Δαίδαλου. Ο δάσκαλος φοβήθηκε ότι ο μαθητής του θα τον ξεπερνούσε σε φήμη και δόξα. ενώ ήταν ακόμη είκοσι χρόνων τον είχε ξεπεράσει στην τέχνη. Συνέβη μια μέρα να βρει μια σιαγόνα φιδιού ή κατά άλλους ένα ψαροκόκαλο και διαπιστώνοντας ότι μπορούσε να το χρησιμοποιήσει για να κόψει ένα μικρό ξυλαράκι στα δυο, το αντέγραψε σε σίδερο. Έτσι επινόησε το πριόνι. Αυτές και άλλες του εφευρέσεις, όπως ο κεραμικός τροχός και ο διαβήτης για την κατασκευή των κύκλων, του εξασφάλισαν πολύ καλή φήμη στην Αθήνα και ο Δαίδαλος, ο οποίος ισχυριζόταν ότι αυτός σφυρηλάτησε το πρώτο πριόνι σύντομα άρχισε να νιώθει αφόρητη ζήλια για τον Τάλω .Τον οδήγησε πάνω στη στέγη του ναού της Αθηνάς στην Ακρόπολη και καθώς του έδειχνε τη θεά, ξαφνικά τον έσπρωξε και τον γκρέμισε. Και ακόμη, παρά τη ζήλια του, δεν θα έκανε κακό στον Τάλω αν δεν είχε υποπτευθεί τις αιμομικτικές του σχέσεις με την Πολυκάστη . Στη συνέχεια, ο Δαίδαλος κατέβηκε γρήγορα στους πρόποδες της Ακρόπολης και έβαλα το πτώμα του Τάλω μέσα σε ένα σακί με σκοπό να το θάψει κρυφά. Στους περαστικούς που τράβηξε την προσοχή τους εξήγησε ότι σαν καλός πολίτης και σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νόμου, είχε περιμαζέψει ένα ψόφιο ψάρι πράγμα που δεν ήταν τελείως ψέμα γιατί ο Τάλως ήταν Ερεχθεύς. Υπήρχαν όμως κηλίδες αίματος πάνω στο σακί και το έγκλημα δεν μπόρεσε παρά να βγει στην επιφάνεια οπότε ο Άρειος Πάγος τον καταδίκασε για τον φόνο και τον εξόρισε. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Δαίδαλος δραπέτευσε πριν γίνει η δίκη .

…Άπλωσα τα χέρια με τις παλάμες προς τα κάτω, λίγο πάνω από το έδαφος. «Πατέρα Ποσειδώνα, πατέρα του αλόγου, άρχοντα των ταύρων, είμαι στα χέρια σου και θα υπακούσω το κάλεσμά σου. Το συμφωνήσαμε. Όμως δώσε μου πρώτα ένα πράγμα. Κάνε με ταυροκαθάπτη!»
…Από τη στιγμή που θα τσακώσεις τον ταύρο σου, υπάρχουν δυο τρόποι να εξασκηθείς μαζί του. Δένεις την αλυσίδα του σ’ ένα παλούκι και μαθαίνεις ν’ αποφεύγεις τα κέρατά του με χάρη. Ή τον δένεις γερά, έτσι που δεν μπορεί να τρέξει, αλλά μόνο να κουνά το κεφάλι. Έτσι μαθαίνεις πάνω του το άλμα. Δεν σου δίνεται και πολύς χρόνος για όλ’ αυτά, γιατί και στην περίπτωση που θα τον μισοημέρευες ακόμα, το θέαμα θα ήταν μάλλον φτωχό. Πάντως κανένας νόμος δεν επιβάλλει να τον κάνεις εχθρό σου. Πριν χορέψουμε μαζί του, πάντα του προσφέραμε πρασινάδα ή λίγο αλάτι. Τελικά ποτέ δεν έπαψε να μας κοιτά λοξά, γιατί μας θεωρούσε υπεύθυνους για την αιχμαλωσία του….
(Απόσπασμα από το ιστορικό μυθιστόρημα της Μαίρης Ρενώ: «Ο Βασιλιάς πρέπει να πεθάνει»).Αγώνες με τους ταύρους και ταυραθλήματα αναφέρονται από τον Πλάτωνα για την Ατλαντίδα. Την Μινωική Κρήτη όμως, την λάμπρυναν τα Ταυροκαθάψια.
Η σημαντικότερη γιορτή ήταν οι ταυρομαχίες ή ακριβέστερα ταυροπαιδιές, παιχνίδια και αγώνες με ταύρους που γίνονταν, όπως φαίνεται, την εποχή που ξαναγεννιέται η φύση και ο άνθρωπος, δηλαδή την άνοιξη. Το αγώνισμα βασίζεται στην ιερότητα του ταύρου και στη σημασία του για τις λατρείες της γονιμότητας.
Ίσως η ταυροπαιδιά γεννήθηκε από αγώνες μεταξύ ταύρων, όπως αυτοί που γίνονταν στην Αίγυπτο, στο ιερό του θεϊκού ταύρου Άπι. Ένα στοιχείο που είχε βασική επίδραση στη διαμόρφωση των Κρητικών ταυροπαιδιών ήταν η σύλληψη αγρίων ταύρων για πρακτικούς και μαγικούς σκοπούς.
Ο ταύρος συλλαμβάνεται ζωντανός, χωρίς να πληγωθεί, με παγίδα από δίχτυ, ή τον αρπάζει ξαφνικά ο ασκημένος θηρευτής από τα κέρατα και τον ακινητεί με το βάρος του, έως ότου τον δέσουν. Αργότερα αυτή η δραματική και επικίνδυνη σκηνή επαναλαμβάνεται μέσα στο θεατρικό χώρο της πολιτείας, για να χαρεί όλο το πλήθος το μοναδικό θέαμα.
Το αγώνισμα πλουτίζεται τότε με νέα τολμηρά, ακροβατικά στοιχεία. Άντρες και γυναίκες πιάνονται από τα κέρατα τού ζώου και πηδούν με ποικίλες στάσεις πάνω στη ράχη του, ξαναπέφτοντας ύστερα με χάρη στη γη.
Η συμμετοχή γυναικών δίνει στα μινωικά παιγνίδια με τον ταύρο, κάποια πρόσθετη χροιά ερωτικής παιδιάς με το ωραίο σφριγηλό ζώο. Οι τελετουργίες της γονιμότητας και ο μύθος του έρωτα της βασίλισσας - θεάς Πασιφάης προς τον ταύρο έχουν ίσως σχέση προς τις μινωικές ταυροπαιδιές. Οι γυναίκες αγωνίζονται γυμνόστηθες και εκτελούν άλματα και ακροβατικά πάνω από τα κέρατα του ταύρου, ανταγωνιζόμενες τους άνδρες ταυροκαθάπτες.
Ο ταύρος δεν σκοτώνεται κατά την ταυρομαχία. Οι αθλητές είναι άοπλοι, αγωνίζονται μόνο με το κορμί τους. Έτσι η κρητική ταυρομαχία μένει ένα ευγενικό και χαριτωμένο παιχνίδι, σύμφωνα με το χαρακτήρα ολόκληρου του μινωικού πολιτισμού.
Η λέξη «ταυροκαθάψια» αποτελείται από τη λέξη ταύρος και από το ρήμα «καθάπτω» και «καθάπτομαι» και σημαίνει κρατιέμαι, στηρίζομαι, προσκολλούμαι (εν προκειμένω στα κέρατα του ταύρου).
Οι τελετές αυτές που ήταν ταυτόχρονα και ακροβατικά αγωνίσματα, τελούνταν σε πολλά μέρη της αρχαίας Ελλάδας, στη Θεσσαλία, στην Τίρυνθα, την Κρήτη και αλλού.
Σε αυτές τις τελετές, τέσσερα άτομα, άντρες συνήθως, οι Ταυροκαθάπτες, που κρατούσαν ξύλινα ρόπαλα τριγύριζαν τον ταύρο και ο ένας απ’ αυτούς προσπαθούσε να ανέβει στη ράχη ή στον τράχηλό του και να κρατηθεί από τα κέρατά του εκτελώντας διάφορες εντυπωσιακές ακροβατικές ασκήσεις.
Όση ώρα ο Ταυροκαθάπτης βρίσκεται πάνω στον ταύρο, σείεται και νιώθει σαν να γίνεται γύρω του σεισμός. Το όλο δηλαδή αγώνισμα είναι μια μίμηση του σεισμού, τον οποίο ο ταυροκαθάπτης προσπαθεί να δαμάσει.
Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο ταύρος ήταν το ιερό ζώο του Ποσειδώνα του κοσμοσείστη, του θεού των σεισμών, που καλείται και Εννοσίγαιος.
Οι τελετές αυτές ίσως να αποσκοπούσαν στην αποτροπή του σεισμού με μαγικό τρόπο. Γι' αυτό άλλωστε παρατηρούμε ότι τα ταυροκαθάψια, τελούνταν ως επί το πλείστον, σε περιοχές που μαστίζονταν από σεισμούς.
Ο Μινωίτης δοκίμαζε την μεγαλύτερη συγκίνηση, όταν πήγαινε στο αμφιθέατρο κατά τις εορτές, για να δει άνδρες και γυναίκες να αντιμετωπίζουν τον θάνατο κατά την πάλη τους με τεράστιους ταύρους. Πολλές φορές, έβλεπε τα στάδια αυτού του ορμητικού αγωνίσματος: τον τολμηρό κυνηγό που συλλαμβάνει τον ταύρο πηδώντας πάνω στον τράχηλο του ζώου, την στιγμή που εκείνο πίνει νερό, τον επαγγελματία δαμαστή, που στρίβει μαλακά και υπομονετικά το κεφάλι του ταύρου, έως ότου αυτός μάθει να ανέχεται κάπως τα ενοχλητικά τεχνάσματα του ακροβάτη.
Έβλεπε ακόμα τον επιδέξιο αθλητή, λεπτό, ευκίνητο, που αντιμετωπίζει τον ταύρο στην αρένα, αρπάζει τα κέρατά του, πηδάει στον αέρα, περιστρέφεται πάνω από την ράχη του και πέφτει με τα πόδια στο έδαφος, στην αγκαλιά μιας γυναίκας, η οποία πρόσθετε την χάρη της στην σκηνή!
Τα ταυροκαθάψια είχαν τρεις διαφορετικές τεχνικές για τα άλματα.
Πρώτη τεχνική: Ο αθλητής έπιανε τον ταύρο που κάλπαζε από τα κέρατα, γύριζε πάνω από το κεφάλι του, πατούσε πάνω στην πλάτη του και μετά γύριζε στον αέρα και προσγειωνόταν πίσω του.
Δεύτερη τεχνική: Ο αθλητής πηδούσε - κατά προτίμηση από μια ανυψωμένη θέση - πάνω από το κεφάλι του ταύρου, έπεφτε με τα χέρια πάνω στην πλάτη του, μετά γυρνούσε στον αέρα και προσγειωνόταν στο έδαφος πίσω από το ζώο.
Τρίτη τεχνική, η οποία απεικονίζεται σε μία και μόνο παράσταση: Ο ταυροκαθάπτης διακρίνεται πάνω από την ουρά του ταύρου, πιθανόν αφού τον έχει πλησιάσει από το πλάι.
Τη συνήθεια των ταυροκαθαψίων μας τη διασώζει μια τοιχογραφία της Κνωσού που παριστάνει αυτήν ακριβώς τη σκηνή.
Τα ταυροκαθάψια, εκτός από ιερή τελετή προς τιμήν της λατρείας του ταύρου ήταν και τέχνη, μεγάλη μάλιστα, γιατί το άθλημα αυτό απαιτούσε την ευλυγισία του σώματος, την χάρη, την ακρίβεια, την ταχύτητα και την αντίληψη, την αρμονία των κινήσεων και την ισορροπία του ταυροκαθάπτη.
Το παιγνίδι με τον ταύρο ήταν για τους Μινωίτες περισσότερο χορός παρά βάρβαρο έθιμο, όπως κατάντησε σήμερα στις αρένες της Ισπανίας.
Πρόκειται, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, για ένα από τα μεγαλύτερα (αν όχι το μεγαλύτερο) και το πιο σπάνιο χρυσό σφραγιδικό δαχτυλίδι στον κόσμο.

Kρητικός Τοξότης Εποχής Μεγάλου Αλεξάνδρου
Α.Ιστορικές Πληροφορίες - Ειδική Περιγραφή
[ Οι επίλεκτοι Κρήτες Τοξότες των προχριστιανικών αιώνων, εμφανίζονται συχνά να συνοδεύουν μονάδες Λακεδαιμονίων και αργότερα του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου. Μία πρώτη περιγραφή τους δίδεται από τον Ξενοφώντα (Κύρου Ανάβασις v,2.28–2.32) που περιγράφει τις μικρές ορειχάλκινες κυκλικές τους ασπίδες και τα ισχυρά παλίντοντα τόξα.
Ο εικονιζόμενος τοξότης του Λόχου των Κρητών του Αλεξάνδρου ανταποκρίνεται στην Ελληνιστικής περιόδου επιτύμβιο στήλη των τοξοτών Πυρρία και Υπερβάλλωνος, από το Κακοδίκι των Λευκών Ορέων (M. Cuarducci: ΙNSCRIPTIONESCRETICAEII, vi. 7), όπου μεταξύ των άλλων απεικονίζονται ο γνωστός έως και την εποχή μας ιδιόμορφος κρητικός μαύρος μάλλινος κεφαλόδεσμος, ο δερμάτινος κλειστός γωρυτός (φαρέτρα), τα βέλη με την κλασσική μεγάλη χαλύβδινη κρητική αιχμή και το μικρό σχετικά δερμάτινο σακίδιο, που πιθανότατα περιέχει διάφορα εξαρτήματα τοξοβολίας, όπως χορδές (οι τένοντες είναι ευαίσθητοι σε αντίξοες καιρικές συνθήκες), αιχμές και τμήματα τόξου, όπως τα άκρα.
Η μικρή ασπίδα φέρει ως έμβλημα τον αστρίτη, ένα μικρό αλλά εξαιρετικά δηλητηριώδες είδος έχιδνας, το αγαπημένο σύμβολο τοξοτών και σφενδονητών εκείνης της περιόδου, ενώ το κυανωπό χρώμα του χιτώνα (τα χρώματα της στήλης έχουν χαθεί) ανταποκρίνεται στο χρώμα αναλόγου χιτώνα από την μετώπη του τάφου των Λευκαδίων Ημαθίας.
Ο μαύρος κεφαλόδεσμος αναφέρεται από τον Πορφύριο στην δεύτερη φάση της μύησης Πυθαγόρα στους Κουρήτες της Κρήτης και μάλλον αποτελεί διακριτικό τους χαρακτηριστικό, όπου περιγράφει ότι ο φιλόσοφος με μαύρο μάλλινο στέφανο (ο κεφαλόδεσμος) παραμένει επί μία νύχτα ξαπλωμένος με το πρόσωπο στην γη στην παραλία και κατόπιν οδηγείται στο Ιδαίον Άντρο, όπου μετά από τρία ένατα (27 ημέρες), καταλήγει στην τρίτη φάση, την φάση του θρονισμού, με τον θρόνο να εμφανίζεται αρχικά καλυμμένος.
Ο περίεργος κεφαλόδεσμος που περιγράφεται στο κείμενο επιβιώνει και στην εποχή μας στην Κρήτη, αποτελώντας αναπόσπαστο στοιχείο της τοπικής παραδοσιακής ενδυμασίας και η αναπαράστασή του στην νεκρική στήλη δύο τοξοτών του τέλους IV προχριστιανικού αιώνα (δηλαδή πέντε αιώνες πριν τον Πορφύριο), είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τον σύγχρονο (Διόδωρος: Ιστορική Βιβλιοθήκη VI.77, Τ.3, Loeb, Πορφύριος Βίος Πυθαγόρου, 17 Fragmenta, B.G, Teubner, P. SaintYve:
TALISMANS ET RELIQUES TOMBES DY CIEL, Revue des Etudes Ethnographiques et Sociologiques, Paris, 1909, σελίς 1 & Ε.Β Tylor: EARLY HISTORY OF MEN, London, 1911, σελίς 206).
Ο Πλάτωνας στους Νόμους (452,c,9) αναφέρει «ήρχοντο των γυμνασίων πρώτοι μεν Κρήτες” θέλοντας πιθανά να δηλώσει με τη φράση αυτή τη μεγάλη παράδοση που είχαν οι Κρήτες στα διάφορα αγωνίσματα.
Ο μινωικός είναι ο πρώτος πολιτισμός στο Αιγαίο που παρέχει αρκετές εικονογραφικές πληροφορίες για την αθλητική δραστηριότητα στην εποχή του Χαλκού (2η χιλ.π.Χ). Πρόκειται για ανάγλυφες αναπαραστάσεις σε λίθινα αγγεία, για τοιχογραφίες και για εγχάρακτες σκηνές σε σφραγιδόλιθους.
Ωστόσο και οι γραπτές πηγές απηχούν τη γνώση των Μινωικών αθλημάτων στα μετέπειτα Ιστορικά Χρόνια. Χαρακτηριστικά ο Πλάτων στην Πολιτεία αναφέρεται στην αγελαία ανατροφή των νέων και τα γυμνάσια στην Κρήτη με τη φράση “πρώτοι Κρήτες εγυμνώθησαν” στους αθλητικούς αγώνες. Το συγκεκριμένο γεγονός αποτελεί πρωτοπορία στον αθλητισμό και στον πολιτισμό, αφού το να ντρέπεται κανείς να αγωνισθεί γυμνός είναι κατά το συγγραφέα δείγμα βαρβαρότητας.
Οι κάτοικοι της Κρήτης τη 2η χιλ. π.Χ εμφανίζονται στα διάφορα αθλήματα συνήθως, να φορούν το χαρακτηριστικό περίζωμα, το οποίο, σε κάποια αγωνίσματα, φορούσαν φαίνεται και γυναίκες. Σε δημοσίευμά του, ο Χ. Μπουλώτης αναφέρει, ότι η ολική γυμνότητα είναι σποραδική σε σχέση με το μινωικό ζώμα των ανδρών (αιδιοθύλακας) και την κωδωνόσχημη φούστα των γυναικών, η οποία συνδυάζεται με εφαρμοστό περικόρμιο που αφήνει γυμνό το στήθος. Οι παραπάνω τρόποι ένδυσης παραπέμπουν, καθεμιά με τον τρόπο της, στα πρωτογενή χαρακτηριστικά των δύο φύλων, που νοηματοδοτούσαν θρησκευτικές δοξασίες, τελετουργικές και λατρευτικές δράσεις.
Τα κυριότερα αθλήματα στην Κρήτη της εποχής του Χαλκού ήταν η πυγμαχία, η πάλη, τα ταυροκαθάψια και τα ακροβατικά. Η απόδοσή τους στην τέχνη με δαχτυλιδωτή μέση, σφιχτά ζωσμένη, τους καλοσχηματισμένους μηρούς και το αναπτυγμένο στήθος δηλώνει γυμνασμένη κορμοστασιά, ευλυγισία και ζωηρότητα στην αθλητική τους εμφάνιση. Οι άνδρες εικονίζονται με ηλιοκαμένο δέρμα, ενώ οι γυναίκες με δέρμα λευκό. Ο Evans, αναφερόμενος στα αθλήματα, τα συνδέει με τη θρησκεία και τη Μεγάλη Θεά, υπό την προστασία της οποίας ετελούντο.
Πομπές - Θεάματα - Μουσική
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως πολλές παραστάσεις τελετουργικού χαρακτήρα που παριστούν πομπές ανδρών και γυναικών, στους κύκλους του Μινωικού και Μυκηναϊκού πολιτισμού. Αυτές περιλαμβάνουν συχνά άνδρες και γυναίκες που παρακολουθούν ως θεατές τα εκάστοτε τελετουργικά δρώμενα και δείχνουν τη σημασία του θεάματος στο πλαίσιο των συγκεκριμένων πολιτισμών.
Ορισμένα από τα ευρήματα του Κρητομυκηναϊκού πολιτισμού δεικνύουν ότι είναι τα αθλητικά γυμνάσματα συσχετισμένα με τη θρησκεία τη 2η χιλιετία π.Χ. Το θέαμα ήταν ένα ουσιώδες αθλητικό γνώρισμα εκείνης της εποχής, μέσα στο πνεύμα της θρησκευτικότητας και των πολεμικών λόγων, ειδικά προς το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. (…)
Χορός
Ο αθλητικός και ψυχαγωγικός χαρακτήρας θρησκευτικών εκδηλώσεων, που λάμβαναν χώρα στο πλαίσιο ειδικών καθιερωμένων τελετουργιών στη Μινωική Κρήτη, ασφαλώς δε μπορεί να αμφισβητηθεί. Έτσι, κατά την επικρατούσα άποψη, τα διάφορα αθλήματα τελούνταν στο πλαίσιο επίσημων θρησκευτικών εκδηλώσεων, στις οποίες πιθανότατα περιλαμβάνονταν και οι σπουδαιότερες από τις ταφικές τελετουργίες. Η έναρξη και η ολοκλήρωση των εορτών, περιλάμβαναν στο τελετουργικό τους χορούς και θεατρικά δρώμενα με επιλεγμένα θέματα. Όπως προαναφέραμε, δείγματα μουσικών οργάνων έχουν ευρεθεί σε ανασκαφές και απεικονίζονται στην τέχνη (…)